- πολυταινικός
- -ή, -ό, Νβιολ.1. χαρακτηρισμός μιας ιδιαίτερης μορφής γιγαντιαίων χρωματοσωμάτων, που αντιπροσωπεύουν μια δέσμη χρωματίδων, τών οποίων ο αριθμός μπορεί να φτάσει τα 1 ώς 2 δισεκατομμύρια2. φρ. «παφ πολυταινικού χρωματοσώματος»(στις Δροσόφιλες και σε άλλα είδη) εξάρσεις, φούσκες, διεθνώς γνωστές ως puffs, που είναι αποσπειρώσεις τής συσπειρωμένης χρωματίνης τών ταινιών και θέσεις έντονης σύνθεσης αγγελιαφόρου RNΑ.
Dictionary of Greek. 2013.